Παρουσίαση ερευνητικών δεδομένων για την ψυχο-κοινωνική επιβάρυνση των επαγγελματιών υγείας από ερευνητική ομάδα του Τμήματος Νοσηλευτικής


Νέα-Ανακοινώσεις

Ολοκληρώθηκε στις 26 Νοεμβρίου η πρώτη ημέρα εργασιών του 27ου Παγκύπριου Συνεδρίου Νοσηλευτικής και Μαιευτικής, το οποίο διοργανώνει ο Παγκύπριος Σύνδεσμος Νοσηλευτών και Μαιών (ΠΑΣΥΝΜ). Στο επιστημονικό πρόγραμμα του συνεδρίου περιλαμβάνεται ένα ευρύ φάσμα γνωστικών αντικειμένων που αφορούν τη Νοσηλευτική Επιστήμη, συμπεριλαμβανομένης της Συνόδου Νοσηλευτικής Ψυχικής Υγείας. Εκπροσωπώντας το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου, ερευνητική ομάδα του Τμήματος Νοσηλευτικής με επικεφαλής τη Δρ Μαρία Καρανικόλα, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Νοσηλευτικής Ψυχικής Υγείας, συμμετείχε στο συνέδριο και στη συγκεκριμένη σύνοδο παρουσιάζοντας ερευνητικά δεδομένα αναφορικά με την ψυχο-κοινωνική επιβάρυνση των νοσηλευτών που εργάζονται σε μονάδες COVID-19 στην Κύπρο στη στρογγυλή τράπεζα με θέμα  «Πανδημια covid-19: Μπορουμε να διαχειριστουμε αποτελεσματικα την ψυχικη επιβαρυνση του προσωπικου υγειας;».

Δεδομένου ότι προηγούμενες μελέτες έδειξαν ότι οι νοσηλευτές στις μονάδες SARS κατά την επιδημία του 2003 βίωναν υψηλότερη εργασιακή ένταση συγκριτικά με τους νοσηλευτές που εργάζονταν σε μονάδες που δεν παρείχαν φροντίδα σε νοσούντες με SARS, παρουσιάστηκαν δεδομένα αναφορικά με τη διερεύνηση της σχέσης κοινωνικό-δημογραφικών χαρακτηριστικών και δεικτών ψυχοκοινωνικής επιβάρυνσης νοσηλευτών μονάδων COVID-19 στην Κύπρο [Λειβαδιώτης Κ, Χριστοφόρου Ν, Λεοντίου Ι, Χατζηιωάννου Α, Καικούσιη Κ, Καρανικόλα Μ.]. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτών φάνηκε ότι η συναισθηματική εξάντληση των συμμετεχόντων ήταν σχετικά υψηλή, όπως όμως σχετικά υψηλή ήταν και η ικανοποίηση από την εργασία και η ικανοποίηση από την παρεχόμενη φροντίδα. Μάλιστα, η  συναισθηματική εξάντληση ήταν υψηλότερη στις δομές με περισσότερους από πέντε θανάτους την ημέρα, στους νοσηλευτές έναντι των προϊστάμενων, καθώς επίσης και στους συμμετέχοντες των νοσηλευτηρίων της Λευκωσίας συγκριτικά με εκείνους της Αμμοχώστου. Υπενθυμίζουμε ότι στην Αμμόχωστο εδράζεται το νοσοκομείο αναφοράς. Τα δεδομένα αυτά υπογραμμίζουν που πρέπει να δοθεί προτεραιότητα αναφορικά με τις αναγκαίες παρεμβάσεις στήριξης του προσωπικού.

Την ίδια στιγμή, όμως, τα δεδομένα αυτά δείχνουν ότι κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας- χρονικό διάστημα που συλλέχτηκαν τα δεδομένα αυτά- το νοσηλευτικό προσωπικό των μονάδων Cοvid στην Κύπρο αν και βίωνε υψηλής έντασης στρες, ωστόσο αυτή η ένταση δεν φάνηκε- τουλάχιστον τότε- να μεταφράζεται σε επαγγελματική εξουθένωση λόγω της ταυτόχρονα υψηλής ικανοποίησης από την παρεχόμενη φροντίδα και της υψηλής εργασιακής ικανοποίησης.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, τα δεδομένα αυτά υποδηλώνουν την ανάγκη άμεσων παρεμβάσεων, με προτεραιότητα στις δομές της Λευκωσίας, στους νοσηλευτές βάρδιας και σε εκείνους μονάδων με αυξημένη συχνότητα θανάτων.

Συνολικά, οι παρεμβάσεις οργανωτικής ενδυνάμωσης αναμένεται από τη μία να ενισχύσουν την ανθεκτικότητα του προσωπικού (resilience), και από την άλλη να περιορίσουν την υφιστάμενη εργασιακή ένταση. Επισημαίνεται  ότι εάν οι συνθήκες εργασίας παραμείνουν πιεστικές (στρεσογόνες), τότε αναμένεται να κλιμακωθούν περαιτέρω τα βιώματα συναισθηματικής εξάντλησης με ταυτόχρονη μείωση της ικανοποίησης από την παρεχόμενη φροντίδα και την εργασιακή ικανοποίηση, συνθήκες που οδηγούν σε επαγγελματική εξουθένωση. Η επαγγελματική εξουθένωση είναι μια κατάσταση που επηρεάζει με δυσμενή τρόπο την ασφάλεια και την ποιότητα των υπηρεσιών υγείας, την ποιότητα ζωής και την υγεία των εργαζομένων, και για την αναστροφή της οποίας  απαιτούνται μακροχρόνιες παρεμβάσεις με υψηλό κόστος.    

 Περαιτέρω, σύμφωνα με τα ίδια ερευνητικά δεδομένα, η ικανοποίηση των συμμετεχόντων από την παρεχόμενη πληροφόρηση σχετικά την κατάσταση της πανδημίας από τη Διοίκηση των νοσηλευτηρίων ήταν κάτω του μετρίου, ενώ μέτρια προς υψηλή ήταν η ικανοποίηση από τον παρεχόμενο προστατευτικό εξοπλισμό έναντι του SARS- CoV-2. Υψηλή όμως ήταν και η δυσφορία από τον αντιλαμβανόμενο κοινωνικό στιγματισμό λόγω της εργασίας των συμμετεχόντων σε δομή COVID. Συγκεκριμένα, ο αυτο-αντιλαμβανόμενος στιγματισμός ήταν υψηλότερος στις γυναίκες και στους προϊστάμενους νοσηλευτικούς λειτουργούς, δεδομένα που σκιαγραφούν ξανά που πρέπει να δοθεί έμφαση αναφορικά με σχετικές παρεμβάσεις. Μάλιστα, ο αυτό-αντιλαμβανόμενος στιγματισμός σχετίστηκε ισχυρά και θετικά με τη συναισθηματική εξάντληση, γεγονός που υποδηλώνει την ανάγκη εγγραμματισμού του γενικού πληθυσμού αναφορικά με την πανδημία και τους τρόπους μετάδοσης του ιο, προκειμένου να προστατευτεί το προσωπικό υγείας από τέτοιες συμπεριφορές.

Επίσης, εντυπωσιακό ήταν το εύρημα ότι η ικανοποίηση από την παρεχόμενη πληροφόρηση και από τον προστατευτικό εξοπλισμό σχετίζονταν θετικά και ισχυρά με τη συνολική επαγγελματική ικανοποίηση και την ικανοποίηση από την παρεχόμενη φροντίδα. Με δεδομένο ότι η υψηλή επαγγελματική ικανοποίηση και η ικανοποίηση από την ποιότητα της παρεχόμενης φροντίδας είναι τα «αντίδοτα για την επαγγελματική εξουθένωση, μέρος των παρεμβάσεων οργανωτικής ενδυνάμωσης προτείνεται να στοχεύουν στην προαγωγή της αμεσότητας της παροχής έγκαιρης και έγκυρης πληροφόρησης από τους προιστάμενους και επικεφαλής των νοσηλευτηρίων προς το προσωπικό των μονάδων covid, αλλά και επαρκούς και κατάλληλου ατομικού προστατευτικού εξοπλισμού. Γενικά, η πρόσβαση στην πληροφόρηση και στις υλικο-τεχνικές υποδομές συνιστά βασικό πυλώνα των παρεμβάσεων οργανωτικής ενδυνάμωσης.

Στη συνέχεια, η κ. Καικούσιη Κατερίνα, υποψήφια διδάκτωρ του Τμήματος Νοσηλευτικής του ΤΠΚ, παρουσίασε δεδομένα αναφορικά με την ένταση συμπτωμάτων ψυχολογικού τραύματος σε νοσηλευτές μονάδων COVID-19. [Καικουσιη Κ, Λεοντίου  Ι, Λειβαδιώτης Κ, Χριστοφόρου, Χατζηιωάννου Α, Καρανικόλα Μ.]. Δεδομένου  ότι προηγούμενα δεδομένα δείχνουν μεγαλύτερη συχνότητα συμπτωμάτων κατάθλιψης, μετα-τραυματικής διαταραχής και διαταραχών ύπνου στους νοσηλευτές που εργάζονταν σε μονάδες SARS, η συγκεκριμένη ομάδα διερεύνησε την ένταση συμπτωμάτων δευτερογενούς μετα-τραυματικής συνδρομής (ΔΜΣ), και τη σχέση της με κοινωνικο-δημογραφικούς και επαγγελματικούς παράγοντες σε νοσηλευτές που εργάζονταν σε μονάδες COVID κατά την περίοδο του πρώτου κύματος της πανδημίας. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το 22,1% των συμμετεχόντων ανέφεραν κλινικά συμπτώματα ΔΜΣ. Η ένταση των συμπτωμάτων αυτών ήταν υψηλότερη στους συμμετέχοντες δομών της Λευκωσίας συγκριτικά με το νοσοκομεία αναφοράς στην Αμμόχωστό, στις γυναίκες και στις δομές με περισσότερους από πέντε θανάτους ανά ημέρα. Δεδομένου  ότι περίπου ένας στους πέντε συμμετέχοντες περιέγραψε κλινικά συμπτώματα μετα-τραυματικής διαταραχής σχετικά με την εργασία τους σε δομή COVID, επισημαίνεται ότι οι παρεμβάσεις ατομικής προστασίας απαιτείται να αφορούν εκτός από τη σωματική, και την ψυχική υγεία, ακόμη και σε συστήματα υγείας με χαμηλή επιβάρυνση λόγω της πανδημίας, όπως υπήρξε η Κύπρος κατά το πρώτο κύμα.    

Τη διαδικασία ανάπτυξης του πρωτοκόλλου της τηλεφωνικής γραμμής «Είμαστε Μαζί» για τη στήριξη των επαγγελματιών υγείας και φοιτητών, καθώς και τα προκαταρκτικά δεδομένα από τη λειτουργία της, παρουσίασε η κ. Χατζηιωάννου Α, υποψήφια διδάκτωρ του Τμήαμτος Νοσηλευτικής του ΤΠΚ [Χατζηιωάννου Α, Καρανικόλα Μ. Καικουσιη Κ, Αλεξάνδρου Γ.]. Η τηλεφωνική γραμμή υποστήριξης "Είμαστε Μαζί" αναπτύχθηκε για την ενδυνάμωση των επαγγελματιών υγείας και των φοιτητών σχετικά με την ψυχολογική δυσφορία που σχετίζεται με την πανδημία Covid-19.  Κατά τη διάρκεια του πρώτου μήνα της λειτουργίας της γραμμής ελήφθη ένας περιορισμένος αριθμός κλήσεων, ενώ οι επαγγελματίες υγείας που χρησιμοποίησαν τη γραμμή ήταν επίσης περιορισμένοι σε αριθμό. Το 20% των χρηστών ήταν νοσηλευτές επείγουσας και εντατικής φροντίδας, ενώ οι υπόλοιποι χρήστες προέρχονταν από διάφορα υπόβαθρα, συμπεριλαμβανομένων φοιτητών επαγγελμάτων υγείας, εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, ανέργων, ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας και ηλικιωμένων. Επίσης, οι περισσότεροι από τους χρήστες ήταν γυναίκες. Οι ερευνητές κατέληξαν στην ανάγκη εφαρμογής πρόσθετων μέτρων για την καταγραφή και την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της τηλεφωνικής γραμμής στήριξης «Είμαστε Μαζι», με έμφαση  στον βαθμό κάλυψης των αναγκών των χρηστών της, ενώ παράλληλα επισημάνθηκε η ανάγκη να προβληθεί περισσότερο η υπηρεσία αυτή στους επαγγελματίες υγείας, και ειδικά σε αυτούς που εργάζονται στην πρώτη γραμμή αντιμετώπισης της πανδημίας.     

Τέλος, η Δρ Μαρία Καρανικόλα παρουσίασε τον αλγόριθμο παρέμβασης που εφαρμόζεται στην τηλεφωνική γραμμή «Είμαστε Μαζί», για τη στήριξη του προσωπικού υγείας στις συνθήκες πανδημίας COVID-19. [Καρανικόλα Μ, Καικούσιη Κ, Χατζηιωάννου Α.]. Συγκεκριμένα, οι ερευνητές, περιέγραψαν δύο εργαλεία, τα οποία αναπτύχθηκαν για την αξιολόγηση και τη διαχείριση, αντίστοιχα, της ψυχολογικής δυσφορίας του προσωπικού υγείας και των φοιτητών. Το πρώτο αφορούσε έναν αλγόριθμο αξιολόγησης της βαρύτητας της ψυχολογικής επιβάρυνσης του χρήστη της υπηρεσίας. Το δεύτερο εργαλείο αφορούσε έναν οδηγό παρεμβάσεων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των σκέψεων που συνδέονται με πυροδότηση συναισθημάτων φόβου, ανασφάλειας, αγωνίας, κτλ., καθώς και συνεπακόλουθων συμπεριφορών Επίσης, αναπτύχθηκε κατάλογος ασκήσεων χαλάρωσης, ο οποίος περιλάμβανε τον ηλεκτρονικό σύνδεσμο προβολής βίντεο μικρής διάρκειας. Επιπλέον αναπτύχθηκε κατάλογος με τις διαθέσιμες υπηρεσίες υγείας για παραπομπή των χρηστών της γραμμής στήριξης «Είμαστε Μαζί», όπου αυτό θα κρινόταν αναγκαίο. Οι ερευνητές κατέληξαν επισημαίνοντας την ανάγκη να παραμένει το ιατρονοσηλευτικό και μαιευτικό προσωπικό που φροντίζει πάσχοντες σε περίοδο πανδημίας ενδυναμωμένο. Μάλιστα, επισημάνθηκε η απαίτηση να εφαρμόζονται παρεμβάσεις στήριξης βάσει κλινικών κατευθυντήριων οδηγιών που να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες και τις εγγενείς δυσκολίες της  κατάστασης πανδημίας, αλλά και τα διαθέσιμα ερευνητικά δεδομένα. Επίσης, επισημάνθηκε η μεθοδολογία ανάπτυξης των εργαλείων αυτών, που περιλάμβανε βιβλιογραφική ανασκόπηση συγκεκριμένου σκοπού (scoping review), καθώς και προκαταρκτικά αποτελέσματα μελέτης μεικτού σχεδιασμού της ίδιας ομάδας, αναφορικά με την επιβάρυνση και τους στρεσογόνους παράγοντες που βιώνει το νοσηλευτικό και μαιευτικό προσωπικό υπό τις παρούσες συνθήκες εργασίας.

Μετά το τέλος των παρουσιάσεων ακολουθούσε ανοιχτή συζήτηση με εύστοχες τοποθετήσεις και ερωτήσεις από τους συμμετέχοντες, οι οποίες ανέδειξαν την πρωτοτυπία και χρησιμότητα των αποτελεσμάτων των ανωτέρω μελετών.

Παρουσίαση ερευνητικών δεδομένων για την ψυχο-κοινωνική επιβάρυνση των επαγγελματιών υγείας από ερευνητική ομάδα του Τμήματος Νοσηλευτικής

Ολοκληρώθηκε στις 26 Νοεμβρίου η πρώτη ημέρα εργασιών του 27ου Παγκύπριου Συνεδρίου Νοσηλευτικής και Μαιευτικής, το οποίο διοργανώνει ο Παγκύπριος Σύνδεσμος Νοσηλευτών και Μαιών (ΠΑΣΥΝΜ). Στο επιστημονικό πρόγραμμα του συνεδρίου περιλαμβάνεται ένα ευρύ φάσμα γνωστικών αντικειμένων που αφορούν τη Νοσηλευτική Επιστήμη, συμπεριλαμβανομένης της Συνόδου Νοσηλευτικής Ψυχικής Υγείας. Εκπροσωπώντας το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου, ερευνητική ομάδα του Τμήματος Νοσηλευτικής με επικεφαλής τη Δρ Μαρία Καρανικόλα, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Νοσηλευτικής Ψυχικής Υγείας, συμμετείχε στο συνέδριο και στη συγκεκριμένη σύνοδο παρουσιάζοντας ερευνητικά δεδομένα αναφορικά με την ψυχο-κοινωνική επιβάρυνση των νοσηλευτών που εργάζονται σε μονάδες COVID-19 στην Κύπρο στη στρογγυλή τράπεζα με θέμα  «Πανδημια covid-19: Μπορουμε να διαχειριστουμε αποτελεσματικα την ψυχικη επιβαρυνση του προσωπικου υγειας;».

Δεδομένου ότι προηγούμενες μελέτες έδειξαν ότι οι νοσηλευτές στις μονάδες SARS κατά την επιδημία του 2003 βίωναν υψηλότερη εργασιακή ένταση συγκριτικά με τους νοσηλευτές που εργάζονταν σε μονάδες που δεν παρείχαν φροντίδα σε νοσούντες με SARS, παρουσιάστηκαν δεδομένα αναφορικά με τη διερεύνηση της σχέσης κοινωνικό-δημογραφικών χαρακτηριστικών και δεικτών ψυχοκοινωνικής επιβάρυνσης νοσηλευτών μονάδων COVID-19 στην Κύπρο [Λειβαδιώτης Κ, Χριστοφόρου Ν, Λεοντίου Ι, Χατζηιωάννου Α, Καικούσιη Κ, Καρανικόλα Μ.]. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτών φάνηκε ότι η συναισθηματική εξάντληση των συμμετεχόντων ήταν σχετικά υψηλή, όπως όμως σχετικά υψηλή ήταν και η ικανοποίηση από την εργασία και η ικανοποίηση από την παρεχόμενη φροντίδα. Μάλιστα, η  συναισθηματική εξάντληση ήταν υψηλότερη στις δομές με περισσότερους από πέντε θανάτους την ημέρα, στους νοσηλευτές έναντι των προϊστάμενων, καθώς επίσης και στους συμμετέχοντες των νοσηλευτηρίων της Λευκωσίας συγκριτικά με εκείνους της Αμμοχώστου. Υπενθυμίζουμε ότι στην Αμμόχωστο εδράζεται το νοσοκομείο αναφοράς. Τα δεδομένα αυτά υπογραμμίζουν που πρέπει να δοθεί προτεραιότητα αναφορικά με τις αναγκαίες παρεμβάσεις στήριξης του προσωπικού.

Την ίδια στιγμή, όμως, τα δεδομένα αυτά δείχνουν ότι κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας- χρονικό διάστημα που συλλέχτηκαν τα δεδομένα αυτά- το νοσηλευτικό προσωπικό των μονάδων Cοvid στην Κύπρο αν και βίωνε υψηλής έντασης στρες, ωστόσο αυτή η ένταση δεν φάνηκε- τουλάχιστον τότε- να μεταφράζεται σε επαγγελματική εξουθένωση λόγω της ταυτόχρονα υψηλής ικανοποίησης από την παρεχόμενη φροντίδα και της υψηλής εργασιακής ικανοποίησης.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, τα δεδομένα αυτά υποδηλώνουν την ανάγκη άμεσων παρεμβάσεων, με προτεραιότητα στις δομές της Λευκωσίας, στους νοσηλευτές βάρδιας και σε εκείνους μονάδων με αυξημένη συχνότητα θανάτων.

Συνολικά, οι παρεμβάσεις οργανωτικής ενδυνάμωσης αναμένεται από τη μία να ενισχύσουν την ανθεκτικότητα του προσωπικού (resilience), και από την άλλη να περιορίσουν την υφιστάμενη εργασιακή ένταση. Επισημαίνεται  ότι εάν οι συνθήκες εργασίας παραμείνουν πιεστικές (στρεσογόνες), τότε αναμένεται να κλιμακωθούν περαιτέρω τα βιώματα συναισθηματικής εξάντλησης με ταυτόχρονη μείωση της ικανοποίησης από την παρεχόμενη φροντίδα και την εργασιακή ικανοποίηση, συνθήκες που οδηγούν σε επαγγελματική εξουθένωση. Η επαγγελματική εξουθένωση είναι μια κατάσταση που επηρεάζει με δυσμενή τρόπο την ασφάλεια και την ποιότητα των υπηρεσιών υγείας, την ποιότητα ζωής και την υγεία των εργαζομένων, και για την αναστροφή της οποίας  απαιτούνται μακροχρόνιες παρεμβάσεις με υψηλό κόστος.    

 Περαιτέρω, σύμφωνα με τα ίδια ερευνητικά δεδομένα, η ικανοποίηση των συμμετεχόντων από την παρεχόμενη πληροφόρηση σχετικά την κατάσταση της πανδημίας από τη Διοίκηση των νοσηλευτηρίων ήταν κάτω του μετρίου, ενώ μέτρια προς υψηλή ήταν η ικανοποίηση από τον παρεχόμενο προστατευτικό εξοπλισμό έναντι του SARS- CoV-2. Υψηλή όμως ήταν και η δυσφορία από τον αντιλαμβανόμενο κοινωνικό στιγματισμό λόγω της εργασίας των συμμετεχόντων σε δομή COVID. Συγκεκριμένα, ο αυτο-αντιλαμβανόμενος στιγματισμός ήταν υψηλότερος στις γυναίκες και στους προϊστάμενους νοσηλευτικούς λειτουργούς, δεδομένα που σκιαγραφούν ξανά που πρέπει να δοθεί έμφαση αναφορικά με σχετικές παρεμβάσεις. Μάλιστα, ο αυτό-αντιλαμβανόμενος στιγματισμός σχετίστηκε ισχυρά και θετικά με τη συναισθηματική εξάντληση, γεγονός που υποδηλώνει την ανάγκη εγγραμματισμού του γενικού πληθυσμού αναφορικά με την πανδημία και τους τρόπους μετάδοσης του ιο, προκειμένου να προστατευτεί το προσωπικό υγείας από τέτοιες συμπεριφορές.

Επίσης, εντυπωσιακό ήταν το εύρημα ότι η ικανοποίηση από την παρεχόμενη πληροφόρηση και από τον προστατευτικό εξοπλισμό σχετίζονταν θετικά και ισχυρά με τη συνολική επαγγελματική ικανοποίηση και την ικανοποίηση από την παρεχόμενη φροντίδα. Με δεδομένο ότι η υψηλή επαγγελματική ικανοποίηση και η ικανοποίηση από την ποιότητα της παρεχόμενης φροντίδας είναι τα «αντίδοτα για την επαγγελματική εξουθένωση, μέρος των παρεμβάσεων οργανωτικής ενδυνάμωσης προτείνεται να στοχεύουν στην προαγωγή της αμεσότητας της παροχής έγκαιρης και έγκυρης πληροφόρησης από τους προιστάμενους και επικεφαλής των νοσηλευτηρίων προς το προσωπικό των μονάδων covid, αλλά και επαρκούς και κατάλληλου ατομικού προστατευτικού εξοπλισμού. Γενικά, η πρόσβαση στην πληροφόρηση και στις υλικο-τεχνικές υποδομές συνιστά βασικό πυλώνα των παρεμβάσεων οργανωτικής ενδυνάμωσης.

Στη συνέχεια, η κ. Καικούσιη Κατερίνα, υποψήφια διδάκτωρ του Τμήματος Νοσηλευτικής του ΤΠΚ, παρουσίασε δεδομένα αναφορικά με την ένταση συμπτωμάτων ψυχολογικού τραύματος σε νοσηλευτές μονάδων COVID-19. [Καικουσιη Κ, Λεοντίου  Ι, Λειβαδιώτης Κ, Χριστοφόρου, Χατζηιωάννου Α, Καρανικόλα Μ.]. Δεδομένου  ότι προηγούμενα δεδομένα δείχνουν μεγαλύτερη συχνότητα συμπτωμάτων κατάθλιψης, μετα-τραυματικής διαταραχής και διαταραχών ύπνου στους νοσηλευτές που εργάζονταν σε μονάδες SARS, η συγκεκριμένη ομάδα διερεύνησε την ένταση συμπτωμάτων δευτερογενούς μετα-τραυματικής συνδρομής (ΔΜΣ), και τη σχέση της με κοινωνικο-δημογραφικούς και επαγγελματικούς παράγοντες σε νοσηλευτές που εργάζονταν σε μονάδες COVID κατά την περίοδο του πρώτου κύματος της πανδημίας. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το 22,1% των συμμετεχόντων ανέφεραν κλινικά συμπτώματα ΔΜΣ. Η ένταση των συμπτωμάτων αυτών ήταν υψηλότερη στους συμμετέχοντες δομών της Λευκωσίας συγκριτικά με το νοσοκομεία αναφοράς στην Αμμόχωστό, στις γυναίκες και στις δομές με περισσότερους από πέντε θανάτους ανά ημέρα. Δεδομένου  ότι περίπου ένας στους πέντε συμμετέχοντες περιέγραψε κλινικά συμπτώματα μετα-τραυματικής διαταραχής σχετικά με την εργασία τους σε δομή COVID, επισημαίνεται ότι οι παρεμβάσεις ατομικής προστασίας απαιτείται να αφορούν εκτός από τη σωματική, και την ψυχική υγεία, ακόμη και σε συστήματα υγείας με χαμηλή επιβάρυνση λόγω της πανδημίας, όπως υπήρξε η Κύπρος κατά το πρώτο κύμα.    

Τη διαδικασία ανάπτυξης του πρωτοκόλλου της τηλεφωνικής γραμμής «Είμαστε Μαζί» για τη στήριξη των επαγγελματιών υγείας και φοιτητών, καθώς και τα προκαταρκτικά δεδομένα από τη λειτουργία της, παρουσίασε η κ. Χατζηιωάννου Α, υποψήφια διδάκτωρ του Τμήαμτος Νοσηλευτικής του ΤΠΚ [Χατζηιωάννου Α, Καρανικόλα Μ. Καικουσιη Κ, Αλεξάνδρου Γ.]. Η τηλεφωνική γραμμή υποστήριξης "Είμαστε Μαζί" αναπτύχθηκε για την ενδυνάμωση των επαγγελματιών υγείας και των φοιτητών σχετικά με την ψυχολογική δυσφορία που σχετίζεται με την πανδημία Covid-19.  Κατά τη διάρκεια του πρώτου μήνα της λειτουργίας της γραμμής ελήφθη ένας περιορισμένος αριθμός κλήσεων, ενώ οι επαγγελματίες υγείας που χρησιμοποίησαν τη γραμμή ήταν επίσης περιορισμένοι σε αριθμό. Το 20% των χρηστών ήταν νοσηλευτές επείγουσας και εντατικής φροντίδας, ενώ οι υπόλοιποι χρήστες προέρχονταν από διάφορα υπόβαθρα, συμπεριλαμβανομένων φοιτητών επαγγελμάτων υγείας, εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, ανέργων, ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας και ηλικιωμένων. Επίσης, οι περισσότεροι από τους χρήστες ήταν γυναίκες. Οι ερευνητές κατέληξαν στην ανάγκη εφαρμογής πρόσθετων μέτρων για την καταγραφή και την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της τηλεφωνικής γραμμής στήριξης «Είμαστε Μαζι», με έμφαση  στον βαθμό κάλυψης των αναγκών των χρηστών της, ενώ παράλληλα επισημάνθηκε η ανάγκη να προβληθεί περισσότερο η υπηρεσία αυτή στους επαγγελματίες υγείας, και ειδικά σε αυτούς που εργάζονται στην πρώτη γραμμή αντιμετώπισης της πανδημίας.     

Τέλος, η Δρ Μαρία Καρανικόλα παρουσίασε τον αλγόριθμο παρέμβασης που εφαρμόζεται στην τηλεφωνική γραμμή «Είμαστε Μαζί», για τη στήριξη του προσωπικού υγείας στις συνθήκες πανδημίας COVID-19. [Καρανικόλα Μ, Καικούσιη Κ, Χατζηιωάννου Α.]. Συγκεκριμένα, οι ερευνητές, περιέγραψαν δύο εργαλεία, τα οποία αναπτύχθηκαν για την αξιολόγηση και τη διαχείριση, αντίστοιχα, της ψυχολογικής δυσφορίας του προσωπικού υγείας και των φοιτητών. Το πρώτο αφορούσε έναν αλγόριθμο αξιολόγησης της βαρύτητας της ψυχολογικής επιβάρυνσης του χρήστη της υπηρεσίας. Το δεύτερο εργαλείο αφορούσε έναν οδηγό παρεμβάσεων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των σκέψεων που συνδέονται με πυροδότηση συναισθημάτων φόβου, ανασφάλειας, αγωνίας, κτλ., καθώς και συνεπακόλουθων συμπεριφορών Επίσης, αναπτύχθηκε κατάλογος ασκήσεων χαλάρωσης, ο οποίος περιλάμβανε τον ηλεκτρονικό σύνδεσμο προβολής βίντεο μικρής διάρκειας. Επιπλέον αναπτύχθηκε κατάλογος με τις διαθέσιμες υπηρεσίες υγείας για παραπομπή των χρηστών της γραμμής στήριξης «Είμαστε Μαζί», όπου αυτό θα κρινόταν αναγκαίο. Οι ερευνητές κατέληξαν επισημαίνοντας την ανάγκη να παραμένει το ιατρονοσηλευτικό και μαιευτικό προσωπικό που φροντίζει πάσχοντες σε περίοδο πανδημίας ενδυναμωμένο. Μάλιστα, επισημάνθηκε η απαίτηση να εφαρμόζονται παρεμβάσεις στήριξης βάσει κλινικών κατευθυντήριων οδηγιών που να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες και τις εγγενείς δυσκολίες της  κατάστασης πανδημίας, αλλά και τα διαθέσιμα ερευνητικά δεδομένα. Επίσης, επισημάνθηκε η μεθοδολογία ανάπτυξης των εργαλείων αυτών, που περιλάμβανε βιβλιογραφική ανασκόπηση συγκεκριμένου σκοπού (scoping review), καθώς και προκαταρκτικά αποτελέσματα μελέτης μεικτού σχεδιασμού της ίδιας ομάδας, αναφορικά με την επιβάρυνση και τους στρεσογόνους παράγοντες που βιώνει το νοσηλευτικό και μαιευτικό προσωπικό υπό τις παρούσες συνθήκες εργασίας.

Μετά το τέλος των παρουσιάσεων ακολουθούσε ανοιχτή συζήτηση με εύστοχες τοποθετήσεις και ερωτήσεις από τους συμμετέχοντες, οι οποίες ανέδειξαν την πρωτοτυπία και χρησιμότητα των αποτελεσμάτων των ανωτέρω μελετών.