Το τιτάνιο έργο μείωσης νέων περιστατικών του Σακχαρώδη Διαβήτη στην Κύπρο που απαιτείται από την Πολιτεία


Αρθρογραφία

Των Κωνσταντίνου Χ. Μακρή και Άγγελου Κυριάκου(*)

Τα ποσοστά εμφάνισης νέων περιστατικών χρόνιων νοσημάτων, όπως ο διαβήτης τύπου ΙΙ (σακχαρώδης διαβήτης, ΔΤ2), η παχυσαρκία, κα., παρουσιάζουν τα τελευταία 20 χρόνια μια ανοδική τάση για τον γενικό πληθυσμό της Κύπρου, η οποία καταγράφεται σταθερά πάνω από το μέσο όρο κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που παρουσίασε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), η Κύπρος κατατάσσεται πρώτη μεταξύ όλων των ευρωπαϊκών χωρών με τα υψηλότερα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας. Ενώ καταγράφεται αύξηση του επιπολασμού (συχνότητα στο σύνολο του πληθυσμού) της παχυσαρκίας και του μεταβολικού συνδρόμου (παχυσαρκία, υπέρταση, διαβήτη ή/και υπερλιπιδαιμίας) στους ενήλικες σε όλες τις δυτικές χώρες, η Κύπρος έχει ξεπεράσει τις ΗΠΑ με περισσότερο από το 67% των ανδρών να είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.

Η παχυσαρκία αυξάνει κατά πολύ τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών παθήσεων, που αποτελούν την κύρια αιτία θανάτου στην Κύπρο, αλλά και συναφών νοσημάτων, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, όπου και για αυτό το νόσημα η Κύπρος κατέχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά επιπολασμού στην Ευρώπη (10,3% του συνόλου του πληθυσμού) και βρίσκεται πολύ πιο πάνω από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Έρευνες έχουν δείξει πως για κάθε 1 κιλό αύξηση του σωματικού βάρους του γενικού πληθυσμού παρατηρείτε μια αύξηση της συχνότητας Διαβήτη τύπου 2 κατά περίπου 5%. 

Για την αντιμετώπιση των άνωθεν προκλήσεων, η Επιτροπή ανάπτυξης εθνικής στρατηγικής της Κύπρου για τον ΔΤ2 εξέδωσε το 2016 μια δέσμη μέτρων, τα οποία ναι μεν κινούνται προς την ορθή κατεύθυνση, ωστόσο δεν γνωρίζουμε σε ποιο βαθμό έχουν εφαρμοστεί, το ποσοστό αποτελεσματικότητάς τους και η τυχόν λήψη διορθωτικών κινήσεων.

Εκτιμούμε ότι για την αντιστροφή του πολύ υψηλού ποσοστού ασθενών με διαβήτη στην Κύπρο απαιτούνται δράσεις πολυπαραγοντικές και πολυεπίπεδες οι οποίες θα πρέπει να εφαρμοστούν για κάποια χρόνια και φυσικά τα αποτελέσματα των οποίων θα φανούν εις βάθος χρόνου. Για παράδειγμα, πρακτικές δημόσιας υγείας πετυχημένες σε άλλες χώρες επικεντρώνονται σε στρατηγικές δράσεις πρωτογενούς πρόληψης π.χ. σε σχολεία, στη βάση σχετικών πολιτικών δημόσιας υγείας. Πολιτικές πρωτογενούς πρόληψης και έγκαιρης πρόωρης διάγνωσης αποτελούν τα κύρια όπλα κατά του ΔΤ2. Τονίζουμε ότι δίνοντας έμφαση στην πρόληψη μη γενετικών παραγόντων ρίσκου, δηλαδή δίδοντας βάρος σε περιβαλλοντικούς παράγοντες κινδύνου του ΔΤ2, θα μπορέσουμε να πετύχουμε μια αποτελεσματική και σταδιακή μείωση νέων περιστατικών της νόσου αυτής στην Κύπρο.

Αν για παράδειγμα η Κύπρος καταφέρει να πετύχει μια μείωση της τάξης του έστω και κατά 2-4% του υφιστάμενου ποσοστού συχνότητας της παιδικής παχυσαρκίας μέσω στοχευμένων δράσεων στα σχολεία για τα επόμενα 5 χρόνια, αυτό εις βάθος χρόνου θα μεταφραζόταν σε σημαντικά λιγότερα νέα περιστατικά ενήλικης παχυσαρκίας και συνακόλουθα μείωση στα νέα περιστατικά ΔΤ2 με εξοικονόμηση κρατικών κονδυλίων για την υγεία.

Εκτός από τις παρεμβάσεις που απαιτούνται στα σχολεία, σημαντικές μπορεί να είναι και οι στοχευμένες δράσεις δημόσιας υγείας στο αστικό περιβάλλον. Απαιτούνται βιώσιμες και αειφορικές λύσεις που προάγουν τη μειωμένη χρήση του αυτοκινήτου στο κέντρο πόλεων, την προώθηση της φυσικής δραστηριότητας/άσκησης και το περπάτημα, τη χρήση του ποδηλάτου και άλλων μέσων μεταφοράς που είναι πιο φιλικά προς το περιβάλλον. Ο Σχεδιασμός Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας (ΣΒΑΚ) για τις πόλεις της Κύπρου (π.χ., Λεμεσός) είναι στα σκαριά αλλά για να εφαρμοστεί αποτελεσματικά χρειάζεται γενναίες αποφάσεις και να καμφθούν λόμπυ και εμμονές σε παλιές πρακτικές που πλέον δεν αποδίδουν.

Όπως αναφέρεται στο κείμενο για την εθνική στρατηγική για το σακχαρώδη διαβήτη χρειάζεται ‘προώθηση κριτηρίων σχεδιασμού κτηρίων που να προωθούν εργονομικά την άσκηση’ και στο ίδιο μήκος κύματος χρειάζεται ενθάρρυνση παρεμβάσεων αστικού σχεδιασμού που να προωθούν τη φυσική άσκηση σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους (πχ πάρκα) μέσα στα αστικά κέντρα. Απαιτείται ουσιαστική συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών υγείας της Πολιτείας και της τοπικής αυτοδιοίκησης (Δήμοι) για να μπορέσει να αποδώσει τα μέγιστα το πολλά υποσχόμενο ΣΒΑΚ στην ποιότητα ζωής και υγεία των πολιτών. Επιπλέον, ένα τέτοιο πρόγραμμα συνάδει στην μείωση των εκπομπών ρίπων, συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Μια άλλη κατηγορία ρίσκου εμφάνισης ΔΤ2 περιλαμβάνει διάφορα χημικά που χρησιμοποιούνται εκτενώς στην καθημερινότητα μας, π.χ. πλαστικά, φυτοφάρμακα και άλλα. Αυτοί οι ούτως καλούμενοι ενδοκρινικοί διαταράκτες (endocrine disruptors) φαίνεται να έχουν ένα αρνητικό αντίκτυπο στην ορμονική ισορροπία του οργανισμού, τον μεταβολισμό και αυξάνουν τον κίνδυνο για εμφάνιση Διαβήτη τύπου 2.  Για το θέμα τούτο δίνονται νομικές μάχες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για να απαγορευτεί η χρήση όσο περισσότερων ενδοκρινικών διαταρακτών είναι δυνατό (π.χ, βλέπε την περίπτωση του πλαστικοποιητή δισφαινόλη Α). Επίσης, παγκύπρια έρευνα για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφάλειας Τροφίμων κατέδειξε ότι η πρώτη και σημαντικότερη έννοια των Κυπρίων αναφορικά με την ασφάλεια τροφίμων είναι τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων σε τροφές. Ταυτόχρονα, μαζί με την Ισλανδία και Μάλτα, η Κύπρος κατατάσσεται πρώτη από όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες σε ποσοστά ανιχνεύσιμων φυτοφαρμάκων σε τρόφιμα (EFSA, 2018). Συνυπολογίζοντας και τις εισροές φρούτων και λαχανικών από τα κατεχόμενα όπου επιτρέπεται η χρήση φυτοφαρμάκων, απαγορευμένων από την Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω της τοξικότητάς τους για τον άνθρωπο, αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα το κενό υγείας που έχει δημιουργηθεί. 

Η έλλειψη υγιεινής διατροφής είναι σημαντικός παράγοντας ρίσκου για τον Διαβήτη τύπου 2. Γνωρίζουμε και από δικές μας έρευνες που δημοσιεύσαμε στο έντυπο European Journal of Public Health (https://academic.oup.com/eurpub/article/25/6/1012/2467512) πως ο βαθμός πιστής συμμόρφωσης των Κυπρίων στη μεσογειακή διατροφή έχει μειωθεί τις τελευταίες δεκαετίες και ιδιαίτερα στις νεαρότερες ηλικιακές ομάδες. Τα τελευταία χρόνια ανακοινώθηκαν από την Κυβέρνηση μια δέσμη μέτρων καταπολέμησης της παιδικής παχυσαρκίας και κακής διατροφής, όπως, 1) Εφαρμογή του προγράμματος ‘COSI’ για την επιτήρηση της παιδικής παχυσαρκίας, 2) Υλοποίηση του προγράμματος APPLICATION Εφαρμογή στα κινητά με διατροφικές πληροφορίες και εισηγήσεις προς τα παιδιά και τους γονείς, 3) Εφαρμογή του προγράμματος ‘Μεσογειακό γεύμα’ στην Ε’ και ΣΤ’ τάξη των Δημοτικών σχολείων με την ενεργό συμμετοχή των παιδιών, 4) Συνέχιση και ενίσχυση της προσπάθειας για μείωση στη διαφήμιση τροφίμων προς τα παιδιά και άλλα. Εντούτοις, πιστεύουμε ακράδαντα ότι αυτά τα μέτρα θα επιφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα μόνο εάν συνοδεύονται από προγράμματα διαρκούς παρακολούθησης, αξιολόγησης και επικαιροποίησής τους για αποτελεσματικότερη εφαρμογή των παρεμβατικών μέτρων από αρμόδιους φορείς δημόσιας υγείας.

Ας εξετάσουμε και τι θα μπορούσε σταδιακά να αλλάξει σε ατομικό επίπεδο. Ατομικές συμπεριφορές και τάσεις του σύγχρονου τρόπου ζωής οι οποίες μειώνουν τη φυσική δραστηριότητα, όπως ο χρόνος που ξοδεύουμε μπροστά σε οθόνες τηλεόρασης και σ’ άλλες ‘οθόνες’ τείνουν να σχετίζονται με δείκτες κακής διατροφής (πολλά γλυκά, τσιπς και μειωμένα φρούτα και λαχανικά) και μειωμένων ωρών ύπνου επηρεάζοντας αρνητικά τον μεταβολισμό του ανθρώπου. Και εδώ, η πρωτογενής πρόληψη στο σχολείο αποτελεί τη βάση και την αρχή παρεμβατικών μέτρων αλλαγής τρόπου ζωής. Βεβαίως αντιλαμβανόμαστε τη δυσκολία εφαρμογής μιας έστω και μικρής αλλαγής του υφιστάμενου τρόπου ζωής, αλλά εδώ έγκειται ο ρόλος της εκπαίδευσης του κοινού και του σωστού προγραμματισμού και ελέγχου από τις υπηρεσίες δημόσιας υγείας και κατ’ επέκταση του κράτους.

Συμπερασματικά, οφείλουμε να δράσουμε άμεσα αλλά και προληπτικά για να αναχαιτίσουμε επιτέλους τις επιπτώσεις της κοινωνικής μάστιγας που λέγεται Διαβήτης τύπου 2. Αναμένεται από την Πολιτεία να δώσει ενεργό ρόλο σε ακαδημαϊκά ιδρύματα δημόσιας υγείας στην Κύπρο για να υποστηρίξουν και να υποβοηθήσουν τις παρεμβατικές προσπάθειες αναστροφής της επιδημίας του Διαβήτης τύπου 2 αλλιώς οι προγραμματικές εξαγγελίες που αναφέρθηκαν πιο πάνω κινδυνεύουν να μην στεφθούν με επιτυχία εις βάθος χρόνου.

(*) Κωνσταντίνος Χ. Μακρής

Αναπληρωτής Καθηγητής Περιβαλλοντικής Υγείας, Διεθνές Ινστιτούτο Κύπρου για την Περιβαλλοντική και Δημόσια Υγεία, ΤΕΠΑΚ

Άγγελος Κυριάκου

Επιστημονικός Συνεργάτης, Διεθνές Ινστιτούτο Κύπρου για την Περιβαλλοντική και Δημόσια Υγεία, ΤΕΠΑΚ

Ενδοκρινολόγος & Διαβητολόγος

(Σημείωση: Το άρθρο δημοσιεύτηκε και στο περιοδικό της κυπριακής επιστημονικής εταιρείας Διαβητολογίας)

 

 

 

 

Πρόσφατα άρθρα

Η έγκαιρη αντιμετώπιση της διπολικής διαταραχής καθοριστική για την ποιότητα ζωής των πασχόντων και των οικογενειών τους

Η έγκαιρη αντιμετώπιση της διπολικής διαταραχής καθοριστική για την ποιότητα ζωής των πασχόντων και των οικογενειών τους

Aura Lab: Η δεύτερη συναυλία του MediSouP με τίτλο "Healing. Listening to a Brave New World"

Aura Lab: Η δεύτερη συναυλία του MediSouP με τίτλο "Healing. Listening to a Brave New World"

Μικροβιακό Κελί Ηλεκτρόλυσης: Μια καινοτόμα τεχνική για τη διαχείριση τοξικών υγρών αποβλήτων

Μικροβιακό Κελί Ηλεκτρόλυσης: Μια καινοτόμα τεχνική για τη διαχείριση τοξικών υγρών αποβλήτων

Μικροβιακό Κελί Ηλεκτρόλυσης: Μια καινοτόμα τεχνική για τη διαχείριση τοξικών υγρών αποβλήτων

Των Κωνσταντίνου Χ. Μακρή και Άγγελου Κυριάκου(*)

Τα ποσοστά εμφάνισης νέων περιστατικών χρόνιων νοσημάτων, όπως ο διαβήτης τύπου ΙΙ (σακχαρώδης διαβήτης, ΔΤ2), η παχυσαρκία, κα., παρουσιάζουν τα τελευταία 20 χρόνια μια ανοδική τάση για τον γενικό πληθυσμό της Κύπρου, η οποία καταγράφεται σταθερά πάνω από το μέσο όρο κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που παρουσίασε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), η Κύπρος κατατάσσεται πρώτη μεταξύ όλων των ευρωπαϊκών χωρών με τα υψηλότερα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας. Ενώ καταγράφεται αύξηση του επιπολασμού (συχνότητα στο σύνολο του πληθυσμού) της παχυσαρκίας και του μεταβολικού συνδρόμου (παχυσαρκία, υπέρταση, διαβήτη ή/και υπερλιπιδαιμίας) στους ενήλικες σε όλες τις δυτικές χώρες, η Κύπρος έχει ξεπεράσει τις ΗΠΑ με περισσότερο από το 67% των ανδρών να είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.

Η παχυσαρκία αυξάνει κατά πολύ τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών παθήσεων, που αποτελούν την κύρια αιτία θανάτου στην Κύπρο, αλλά και συναφών νοσημάτων, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, όπου και για αυτό το νόσημα η Κύπρος κατέχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά επιπολασμού στην Ευρώπη (10,3% του συνόλου του πληθυσμού) και βρίσκεται πολύ πιο πάνω από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Έρευνες έχουν δείξει πως για κάθε 1 κιλό αύξηση του σωματικού βάρους του γενικού πληθυσμού παρατηρείτε μια αύξηση της συχνότητας Διαβήτη τύπου 2 κατά περίπου 5%. 

Για την αντιμετώπιση των άνωθεν προκλήσεων, η Επιτροπή ανάπτυξης εθνικής στρατηγικής της Κύπρου για τον ΔΤ2 εξέδωσε το 2016 μια δέσμη μέτρων, τα οποία ναι μεν κινούνται προς την ορθή κατεύθυνση, ωστόσο δεν γνωρίζουμε σε ποιο βαθμό έχουν εφαρμοστεί, το ποσοστό αποτελεσματικότητάς τους και η τυχόν λήψη διορθωτικών κινήσεων.

Εκτιμούμε ότι για την αντιστροφή του πολύ υψηλού ποσοστού ασθενών με διαβήτη στην Κύπρο απαιτούνται δράσεις πολυπαραγοντικές και πολυεπίπεδες οι οποίες θα πρέπει να εφαρμοστούν για κάποια χρόνια και φυσικά τα αποτελέσματα των οποίων θα φανούν εις βάθος χρόνου. Για παράδειγμα, πρακτικές δημόσιας υγείας πετυχημένες σε άλλες χώρες επικεντρώνονται σε στρατηγικές δράσεις πρωτογενούς πρόληψης π.χ. σε σχολεία, στη βάση σχετικών πολιτικών δημόσιας υγείας. Πολιτικές πρωτογενούς πρόληψης και έγκαιρης πρόωρης διάγνωσης αποτελούν τα κύρια όπλα κατά του ΔΤ2. Τονίζουμε ότι δίνοντας έμφαση στην πρόληψη μη γενετικών παραγόντων ρίσκου, δηλαδή δίδοντας βάρος σε περιβαλλοντικούς παράγοντες κινδύνου του ΔΤ2, θα μπορέσουμε να πετύχουμε μια αποτελεσματική και σταδιακή μείωση νέων περιστατικών της νόσου αυτής στην Κύπρο.

Αν για παράδειγμα η Κύπρος καταφέρει να πετύχει μια μείωση της τάξης του έστω και κατά 2-4% του υφιστάμενου ποσοστού συχνότητας της παιδικής παχυσαρκίας μέσω στοχευμένων δράσεων στα σχολεία για τα επόμενα 5 χρόνια, αυτό εις βάθος χρόνου θα μεταφραζόταν σε σημαντικά λιγότερα νέα περιστατικά ενήλικης παχυσαρκίας και συνακόλουθα μείωση στα νέα περιστατικά ΔΤ2 με εξοικονόμηση κρατικών κονδυλίων για την υγεία.

Εκτός από τις παρεμβάσεις που απαιτούνται στα σχολεία, σημαντικές μπορεί να είναι και οι στοχευμένες δράσεις δημόσιας υγείας στο αστικό περιβάλλον. Απαιτούνται βιώσιμες και αειφορικές λύσεις που προάγουν τη μειωμένη χρήση του αυτοκινήτου στο κέντρο πόλεων, την προώθηση της φυσικής δραστηριότητας/άσκησης και το περπάτημα, τη χρήση του ποδηλάτου και άλλων μέσων μεταφοράς που είναι πιο φιλικά προς το περιβάλλον. Ο Σχεδιασμός Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας (ΣΒΑΚ) για τις πόλεις της Κύπρου (π.χ., Λεμεσός) είναι στα σκαριά αλλά για να εφαρμοστεί αποτελεσματικά χρειάζεται γενναίες αποφάσεις και να καμφθούν λόμπυ και εμμονές σε παλιές πρακτικές που πλέον δεν αποδίδουν.

Όπως αναφέρεται στο κείμενο για την εθνική στρατηγική για το σακχαρώδη διαβήτη χρειάζεται ‘προώθηση κριτηρίων σχεδιασμού κτηρίων που να προωθούν εργονομικά την άσκηση’ και στο ίδιο μήκος κύματος χρειάζεται ενθάρρυνση παρεμβάσεων αστικού σχεδιασμού που να προωθούν τη φυσική άσκηση σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους (πχ πάρκα) μέσα στα αστικά κέντρα. Απαιτείται ουσιαστική συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών υγείας της Πολιτείας και της τοπικής αυτοδιοίκησης (Δήμοι) για να μπορέσει να αποδώσει τα μέγιστα το πολλά υποσχόμενο ΣΒΑΚ στην ποιότητα ζωής και υγεία των πολιτών. Επιπλέον, ένα τέτοιο πρόγραμμα συνάδει στην μείωση των εκπομπών ρίπων, συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Μια άλλη κατηγορία ρίσκου εμφάνισης ΔΤ2 περιλαμβάνει διάφορα χημικά που χρησιμοποιούνται εκτενώς στην καθημερινότητα μας, π.χ. πλαστικά, φυτοφάρμακα και άλλα. Αυτοί οι ούτως καλούμενοι ενδοκρινικοί διαταράκτες (endocrine disruptors) φαίνεται να έχουν ένα αρνητικό αντίκτυπο στην ορμονική ισορροπία του οργανισμού, τον μεταβολισμό και αυξάνουν τον κίνδυνο για εμφάνιση Διαβήτη τύπου 2.  Για το θέμα τούτο δίνονται νομικές μάχες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για να απαγορευτεί η χρήση όσο περισσότερων ενδοκρινικών διαταρακτών είναι δυνατό (π.χ, βλέπε την περίπτωση του πλαστικοποιητή δισφαινόλη Α). Επίσης, παγκύπρια έρευνα για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφάλειας Τροφίμων κατέδειξε ότι η πρώτη και σημαντικότερη έννοια των Κυπρίων αναφορικά με την ασφάλεια τροφίμων είναι τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων σε τροφές. Ταυτόχρονα, μαζί με την Ισλανδία και Μάλτα, η Κύπρος κατατάσσεται πρώτη από όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες σε ποσοστά ανιχνεύσιμων φυτοφαρμάκων σε τρόφιμα (EFSA, 2018). Συνυπολογίζοντας και τις εισροές φρούτων και λαχανικών από τα κατεχόμενα όπου επιτρέπεται η χρήση φυτοφαρμάκων, απαγορευμένων από την Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω της τοξικότητάς τους για τον άνθρωπο, αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα το κενό υγείας που έχει δημιουργηθεί. 

Η έλλειψη υγιεινής διατροφής είναι σημαντικός παράγοντας ρίσκου για τον Διαβήτη τύπου 2. Γνωρίζουμε και από δικές μας έρευνες που δημοσιεύσαμε στο έντυπο European Journal of Public Health (https://academic.oup.com/eurpub/article/25/6/1012/2467512) πως ο βαθμός πιστής συμμόρφωσης των Κυπρίων στη μεσογειακή διατροφή έχει μειωθεί τις τελευταίες δεκαετίες και ιδιαίτερα στις νεαρότερες ηλικιακές ομάδες. Τα τελευταία χρόνια ανακοινώθηκαν από την Κυβέρνηση μια δέσμη μέτρων καταπολέμησης της παιδικής παχυσαρκίας και κακής διατροφής, όπως, 1) Εφαρμογή του προγράμματος ‘COSI’ για την επιτήρηση της παιδικής παχυσαρκίας, 2) Υλοποίηση του προγράμματος APPLICATION Εφαρμογή στα κινητά με διατροφικές πληροφορίες και εισηγήσεις προς τα παιδιά και τους γονείς, 3) Εφαρμογή του προγράμματος ‘Μεσογειακό γεύμα’ στην Ε’ και ΣΤ’ τάξη των Δημοτικών σχολείων με την ενεργό συμμετοχή των παιδιών, 4) Συνέχιση και ενίσχυση της προσπάθειας για μείωση στη διαφήμιση τροφίμων προς τα παιδιά και άλλα. Εντούτοις, πιστεύουμε ακράδαντα ότι αυτά τα μέτρα θα επιφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα μόνο εάν συνοδεύονται από προγράμματα διαρκούς παρακολούθησης, αξιολόγησης και επικαιροποίησής τους για αποτελεσματικότερη εφαρμογή των παρεμβατικών μέτρων από αρμόδιους φορείς δημόσιας υγείας.

Ας εξετάσουμε και τι θα μπορούσε σταδιακά να αλλάξει σε ατομικό επίπεδο. Ατομικές συμπεριφορές και τάσεις του σύγχρονου τρόπου ζωής οι οποίες μειώνουν τη φυσική δραστηριότητα, όπως ο χρόνος που ξοδεύουμε μπροστά σε οθόνες τηλεόρασης και σ’ άλλες ‘οθόνες’ τείνουν να σχετίζονται με δείκτες κακής διατροφής (πολλά γλυκά, τσιπς και μειωμένα φρούτα και λαχανικά) και μειωμένων ωρών ύπνου επηρεάζοντας αρνητικά τον μεταβολισμό του ανθρώπου. Και εδώ, η πρωτογενής πρόληψη στο σχολείο αποτελεί τη βάση και την αρχή παρεμβατικών μέτρων αλλαγής τρόπου ζωής. Βεβαίως αντιλαμβανόμαστε τη δυσκολία εφαρμογής μιας έστω και μικρής αλλαγής του υφιστάμενου τρόπου ζωής, αλλά εδώ έγκειται ο ρόλος της εκπαίδευσης του κοινού και του σωστού προγραμματισμού και ελέγχου από τις υπηρεσίες δημόσιας υγείας και κατ’ επέκταση του κράτους.

Συμπερασματικά, οφείλουμε να δράσουμε άμεσα αλλά και προληπτικά για να αναχαιτίσουμε επιτέλους τις επιπτώσεις της κοινωνικής μάστιγας που λέγεται Διαβήτης τύπου 2. Αναμένεται από την Πολιτεία να δώσει ενεργό ρόλο σε ακαδημαϊκά ιδρύματα δημόσιας υγείας στην Κύπρο για να υποστηρίξουν και να υποβοηθήσουν τις παρεμβατικές προσπάθειες αναστροφής της επιδημίας του Διαβήτης τύπου 2 αλλιώς οι προγραμματικές εξαγγελίες που αναφέρθηκαν πιο πάνω κινδυνεύουν να μην στεφθούν με επιτυχία εις βάθος χρόνου.

(*) Κωνσταντίνος Χ. Μακρής

Αναπληρωτής Καθηγητής Περιβαλλοντικής Υγείας, Διεθνές Ινστιτούτο Κύπρου για την Περιβαλλοντική και Δημόσια Υγεία, ΤΕΠΑΚ

Άγγελος Κυριάκου

Επιστημονικός Συνεργάτης, Διεθνές Ινστιτούτο Κύπρου για την Περιβαλλοντική και Δημόσια Υγεία, ΤΕΠΑΚ

Ενδοκρινολόγος & Διαβητολόγος

(Σημείωση: Το άρθρο δημοσιεύτηκε και στο περιοδικό της κυπριακής επιστημονικής εταιρείας Διαβητολογίας)